Κοίταξα προς τον βορά
κι' είδα την πυξίδα μου
να παλεύει τους κύκλους της ταραγμένη.
Γύρισα το βλέμμα στην δύση
κι' είδα την πυξίδα να φοβάταi,
να διστάζει και να στενοχωριέται.
Κοίταξα στον νοτιά.
Τότε η φυσαλίδα πούχε μέσα της,
ανέβηκε στην επιφάνεια
κι' ακολούθησε τον δείκτη της πορείας,
που γύριζε αργά,
κουβαλώντας όλες τις αντιξοότητες,
προσπαθώντας να τις κάνει
να ηρεμήσουν.
Γύρισα στην ανατολή
και την είδα να φωτίζεται
στο απαλό, διάφανο χρώμα της ελπίδας.
Είδα τον δείκτη να μένει
σταθερός, ακίνητος.
Είδα την φυσαλίδα
χαρούμενη δίπλα του.
Έτοιμη κι' ανυπόμονη
για το μεγάλο Ταξίδι.
Νίκος Στυλιανού