3.Πάντα χάνουμε την βροχή μωρό μου…Όσο και να προσπαθήσουμε,πάντα στο τέλος την χάνουμε.Του είχε πει στο τηλέφωνο εκείνη την μέρα,λίγες ώρες αφού είχε φύγει από το σπίτι του.Τότε που είχε αρχίσει να ρίχνει εκείνο το σταθερό και μελαγχολικό ψιλόβροχο.Κι αυτός είχε μείνει να κοιτά τον δρόμο έξω από το παράθυρό του ανέκφραστος.Όσο σκέφτεσαι μια απώλεια,τόσο πιο μεγάλη γίνεται.
Το προηγούμενο βράδυ είχανε τσακωθεί.Κι ο ίδιος δεν θυμόταν τον λόγο.Απλά θυμόταν εκείνη να κοιμάται στον καναπέ και αυτός στο κρεβάτι.Ένα άθλιο κτήνος με πρόσωπο ανθρώπου.Όταν είχε ξυπνήσει κατά τις 4 πήγε στο σαλόνι και την βρήκε κουλουριασμένη να βαριανασαίνει.Την είχε σηκώσει στα χέρια του και την είχε πάει μέσα στο κρεβάτι.Την είχε σκεπάσει και μετά είχε μείνει να την κοιτάει μέχρι το ξημέρωμα.Σε κάποια φάση μέσα στον ύπνο της είχε πει το όνομά του ΄΄Σύλλα…’’.
Τα επόμενα βράδια που ήρθαν,λίγες φορές θυμάται τον εαυτό του να κοιμάται στο κρεβάτι.Ο καναπές το είχε αντικαταστήσει.Δεν ήξερε αν έφταιγε η αϋπνία ή αν ήταν ένα είδος αυτοτιμωρίας που είχε επιλέξει.
Πάντα χάνουμε την βροχή μωρό μου…
***
Η μονοκατοικία που ζούσε ο Τζέιμς με την μάνα του είχε τα σημάδια της εγκατάλειψης και της σταδιακής αποσύνθεσης.Κάτι που φαινόταν καθαρά στους εξωτερικούς ξεφτισμένους τοίχους και στον παρατημένο και ξεραμένο μικρό κήπο.Οι Άνταμς κάποτε είχαν κήπο,σκέφτηκα.Περίεργο γ αυτή την περιοχή.Χτύπησα την πόρτα.
Περίμενα για κανένα πεντάλεπτο μέχρι που μια νέα γυναίκα μού άνοιξε.Τα μάτια της ήταν κόκκινα από τα δάκρυα και φόραγε μαύρα.Κατάλαβα ότι αυτή μάλλον ήταν η Κριστίν,η αδερφή του θύματος.Άλλωστε μοιάζαν αρκετά.
΄΄Παρακαλώ?..Τι θα θέλατε?’’,μου είπε προσπαθώντας να πνίξει άλλον έναν λυγμό.
΄΄Συγγνώμη για το ακατάλληλο της ώρας.Είμαι ο ντετέκτιβ Σύλλας.Η Πόλυ μού είπε για τον αδερφό σας…Λυπάμαι…’’,της είπα κάπως δισταχτικά.
Η γυναίκα έμεινε κάπως να το σκεφτεί σαν να μην ήξερε για ποιο πράγμα μιλάω ή σαν να το είχε ήδη ξεχάσει.Τελικά φάνηκλε να κατάλαβε γιατί μου απάντησε
΄΄Α ναι θυμάμαι..Ναι μίλησα το πρωί στην Πόλυ.Σας ευχαριστώ που ήρθατε ντέντεκτιβ.Περάστε παρακαλώ…’’,μου αποκρίθηκε δείχνοντας μου το χολ.
Το σπίτι μύριζε κλεισούρα και τα παντζούρια ήταν κλειστά.Λίγα βήματα από την είσοδο ήταν το σαλόνι.Ένας μικρός διθέσιος καναπές και μια παλιά τηλεόραση κάπου στο κέντρο.Μια γυναικεία μορφή μες στα μαύρα καθόταν στον καναπέ και έκλαιγε,σκουπίζοντας που και που τα δάκρυά της με ένα άσπρο μαντήλι.
Η Κριστίν πήγε δίπλα της βάζοντας το χέρι της πάνω στον ώμο της μάνας της.
΄΄Μητέρα ήρθε ένας φίλος από την αστυνομία.Θέλει να βοηθήσει.Προσπάθησε να ηρεμήσεις λίγο τώρα.Εντάξει?’’,της είπε σχεδόν ψιθυριστά στο αυτί.Η κυρία Άνταμς έγνεψε καταφατικά με το κεφάλι της.Χωρίς ωστόσο να γυρίσει να με κοιάξει.
Η Κριστίν μού έφερε μια καρέκλα απέναντι από την μάνα της.Αυτή κάθισε δίπλα στην μητέρα της.
΄΄Κυρία Άνταμς λυπάμαι για τον χαμό του γιού σας…Δεν θα σας ταλαιπωρήσω πολύ.Λίγες ερωτήσεις μόνο.Μπορείτε?’’,την ρώτησα όσο πιο ανθρώπινα μπορούσα.Τις μισούσα κάτι τέτοιες στιγμές.Η γυναίκα έγνεψε καταφατικά με το κεφάλι της.
΄΄Πότε είδατε τον Τζέιμς για τελευταία φορά?’’,την ρώτησα.
Έπιασε λίγο το μέτωπό της σαν να προσπαθούσε να σκεφτεί όσο πιο καλά γινόταν.
΄΄Πρέπει να ήταν χτες το απόγευμα.Γύρω στις 5.Ήρθε σπίτι,πήγε στην κουζίνα και άνοιξε το ψυγείο να τσιμπήσει κάτι.Του είπα ότι είχα μαγειρέψει αλλά δεν μου έδωσε σημασία.Μετά πήγε στο δωμάτιο του και κλείστηκε μέσα.Εγώ ξάπλωσα στον καναπέ και με πήρε ο ύπνος λίγο αργότερα.Ξύπνησα από τον ήχο της πόρτας που έκλεινε,2 ώρες μετά.Βγήκα έξω να τον ρωτήσω που πήγαινε αλλά είχε ήδη χαθεί.’’,δάκρυα άρχισαν να κυλάνε πάλι στα μάγουλα της κυρίας Άνταμς.Η κόρη της την αγκάλιασε και προσπάθησε να την ηρεμήσει.
Όταν σταμάτησε να κλαίει την ρώτησα
΄΄Μήπως γνωρίζετε κάποιον που θα ήθελε να κάνει κακό στον γιό σας?Σκεφτείτε καλά κυρία Άνταμς.’’
΄΄Όχι όχι!Ο γιος μου ήταν καλό παιδί,δεν είχε εχθρούς.Δεν πάει το μυαλό μου κάπου.’’,μου απάντησε αμέσως και σαν κάπως θιγμένη η γυναίκα.
΄΄Τελευταία ερώτηση κυρία Άνταμς και σας αφήνω στην ησυχία σας…Είχατε παρατηρήσει τίποτα περίεργο στην συμπεριφορά του γιού σας τώρα τελευταία?’’
΄΄Όχι αστυνόμε.Απλά είχε κλειστεί πιο πολύ στον εαυτό του.Αλλά ο Τζέιμς μου πάντα έτσι ήταν.Τώρα όμως έφταιγε που δεν έβρισκε δουλειά.’’,απάντησε η τραγική μητέρα.
Σηκώθηκα δίνοντάς της το χέρι μου να την χαιρετήσω.Μού το έσφιξε ξεψυχισμένα.
Η Κριστίν με συνόδευσε μέχρι την πόρτα.
΄΄Κριστίν,θα ήθελα να δω το δωμάτιο του αδερφού σου αν γίνεται'',της είπα κρατώντας την από το μπράτσο λίγο πριν ανοίξει την πόρτα.
΄΄Ναι αστυνόμε'',μου είπε και με οδήγησε σε ένα δωμάτιο δεξιά της εισόδου του σπιτιού.
Tο δωμάτιο του Τζέιμς ήταν και αυτό μες στο σκοτάδι.Άνοιξα το φως.Η Κριστίν με ακολουθούσε βουβή από πίσω.Παρατήρησα τις αφίσες στον τοίχο του.Interpols,Portishead,Arcade fire.Xαμογέλασα από μέσα μου.Ο μικρός ήξερε από μουσική.Πήγα προς το γραφείο του.
Ένας τόμος αστικού δικαίου ήτνα ακουμπησμένος πάνω.Ξεφύλισα το βιβλίο.Υπογραμμισμένες σειρές μάλλον με χάρακα αν κρίνεις από την άψογη ευθεία που σχημάτιζαν.Αλλά από την μέση και μετά οι ευθείες αυτές γίνονταν όλο και πιο ανώμαλες.Στις τελευταίες σελίδες κατέληγαν σε απλές μουτζούρες που κάλυπταν όλη την σελίδα.Κοίταξα την Κριστίν,αυτή όμως φαινόταν μίλια μακριά.
Άνοιξα το πρώτο συρτάρι του γραφείου του.Τίποτα το ιδιαίτερο πέρα από κάτι σημειώσεις μαθημάτων και διάφορους χύμα στυλούς.Το δεύτερο όμως συρτάρι ήταν κλειδωμένο.Κοίταξα πάλι την κοπέλα.
΄΄Μπορώ?'',της είπα δέιχνοντάς της ότι ήθελα να παραβιάσω την μικρή κλειδαριά.Αυτή μου έγνεψε με το κεφάλι της καταφατικά.
Έβγαλα τον μικρό σουγιά που είχα από την ακαδημία πάνω μου.Μετά από λίγες κινήσεις είχα καταφέρει να ανοίξω το συρτάρι.
Μέσα είχε κάτι φωτογραφίες από όταν ήταν μικρός μέχρι και στο πανεπιστήμιο.Αυτό όμως που με έκανε να παγώσω ήταν ότι κάποιες από τις πρόσφατες φωτογραφίες του ήταν άτσαλα κομμένες.Είχε αφαιρέσει το πρόσωπό του από αυτές.Γύρισα προς την Κριστίν.Κι αυτή το είχε προσέξει και είχε μείνει με το στόμα ανοιχτό.
΄΄Ξέρετε τίποτα γ αυτό?'',την ρώτησα δείχνοντάς της μια κομμένη φωτογραφία.
΄΄Όχι αστυνόμε.Τίποτα.Δεν καταλαβαίνω...'',μου απάντησε έκπληκτη.
Άφησα τις εικόνες πάλι μέσα στο συρτάρι.Κάτι με βασάνιζε αλλά δεν ήξερα τι.Τελικά κατάλαβα.
΄΄Μήπως αφήσατε εσύ ή η μητέρα σου τίποτα λουλούδια εκεί που πέθανε ο Τζέιμς?'',την ρώτησα.
΄΄Όχι'',μου αποκρίθηκε η κοπέλα σκεφτική.
Πήγα προς την έξοδο αλλά κοντοστάθηκα.Στράφηκα προς την Κριστίν.
΄΄Ο αδερφός σου έβλεπε καμία κοπέλα?Ξέρεις?'',την ρώτησα.
Η Κριστίν μου απάντησε αμέσως ΄΄Ναι,υπήρχε μία...''
Πάντα υπάρχει,σκέφτηκα από μέσα μου.
(συνεχίζεται)