Στο πεζοδρόμιο
Μετρώ τις μέρες μου.
Στο χαντάκι πλησίον πετώ
διάφορα αδιάφορα:
-Δελτία παροχής υπηρεσιών…
ΖΩΗΣ.
-Λογαριασμούς ετών…
ΦΩΤΟΣ,
ΥΔΑΤΟΣ ΙΕΡΟΥ,
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ.
Κόβω τώρα επαφή με το προσαρμοσμένο.
Τώρα μόλις ξεχρέωσα το δούναι και λαβείν.
Το “απροσάρμοστον” πάντα
μου έκλεινε το μάτι με γέλιο πονηρό.
Το ακολουθώ κατά πόδας.
Ανασηκώνω τριμμένες μνήμες
Από τον πετρόμυλο του μυαλού μου.
Τώρα μόλις.
Βρίσκω λίθους μεγάλους.
Τους πετώ προς τιμήν του ανυπάκουου περήφανου
στις βιτρίνες της ύπνωσης
και του αγελαίου μνημονίου
το παράγγελμα.
Επιτέλους εξέδωσα
τον εαυτό μου.
Μόνη μου παντελώς.
Αποσπαμένη εντελώς από
εκδοτήριους οίκους
ανοχής του οχαδελφισμού.
Το φωνήεν δε θέλει μελάνι
ν’ακουστεί!
Θέλει συριγμό.
Δίπλα στο αυτί.
Και εν ανάγκη
και μετά γνώσεως…
Θέλει κατά μέτωπον
αντιπαράθεση.
ΚΙΡΚΗ