Ειμαι σε μια καφετερια. Πινω την μπυρα μου. Ειμαι…ειμαι λιγο λυπημενος. Δεν εχω όμως κανενα παραπονο.Ισα ισα νιωθω ομορφα. Ομορφα λυπημενος.Θελω να γραψω κ ταυτοχρονα θελω να το αφησω κ να αφησω το μυαλο μου να ξεκουραστει. Να χαλαρωσει. Το απογευμα στην βολτα μου με τα σκυλια μου ηθελα να εκφρασω.. ηθελα να πω, οτι όλα είναι ομορφα όπως είναι, όπως γινονται, δεν εχω κανενα παραπονο. Ολα ειναι οκ. Δεν επιζητω τιποτε, δεν θελω τιποτε . Είναι ολα οπως πρεπει να είναι. Πολλες φορες θελω να είναι διαφορετικα αλλα ξερω ότι αυτό είναι εγωιστικο. Οχι ανηθικο, αλλα εγωιστικο. Η αποδοχη των καταστασεων είναι ένα βημα προς τον θεο. Ο θεος ειναι η αληθεια. Θεος δεν είναι κατι από το υπερπεραν. Θεος είναι τα πραγματα όπως είναι. Μεσα σε κάθε πραγμα είναι κρυμενη η αληθεια. Παρακολουθουσα τα δεντρα σημερα. Εκει, ακινητα σε ένα μερος μεχρι να πεθανουν. Οταν φυσα ο αερας κουνα τα φυλλα τους. Δειχνουν να εχουν μια σχεση με τον ανεμο. Πρεπει να εχουν, γιατι όταν περναω από διπλα τους κουνουν τα φυλλα τους από τον αερα. Το νιωθω ότι κατι συμβαινει.
Γραφω για μενα. Προσπαθωντας να εξηγησω τι συμβαινει εκει εξω, προσπαθω να μπω μεσα μου. Μου αρεσει να ειμαι με κοσμο κ να γραφω. Ειμαι σε ένα καφέ. Λιπερτυ ονομαζεται. Ελευθερια. Παρακολουθω ένα ζευγαρι εκει εξω. Είναι τελος καλοκαιριου κ ο κοσμος καθεται ακομα εξω. Εγω ειμαι αραχτος μεσα στο μπαρ. Η τζαμαρια είναι ανοιχτη κ κοβω εξω την κινηση. Παρακολουθω ένα ζευγαρι που η γυναικα μιλα συνεχως. Σαμπως κ θελει να αλλαξει τον κοσμο.Πανω στο βημα της βουλης κ αγορευει. Ο αντρας την παρακολουθει σοβαρος. Μιλα συνεχως για μια ωρα. Τωρα πηρε τον λογο ο αντρας κ κατι πηγε να πει. Τον ακουσε για λιγο κ μετα ξανασυνεχισε η γυναικα τον μονολογο της. Καπνιζει συνεχως. Διπλα ακριβως είναι η εκκλησια. Η μητροπολη. Τα παιδια που εχουν την καφετερια είναι παπαδοπαιδια. Τρια αδελφια. Ο πατερας τους ηταν πριν λιγο εδώ κ τα λεγαμε. Συνταξιουχος παπας. Ωραιος ανθρωπος. Σπανια παπας κ να είναι νορμαλ. Με τα ρασα κ να πινει τον καφε του μαζι μου. Θα πρεπει η εκκλησια να φανει λιγο πιο ελαστικη κ να αφηνει στους ιερωμενους περισσοτερη ελευθερια. Τα ρασα δεν κανουν τον παπα. Ηπια το δευτερο ποτηρι μπυρα κ τωρα θα παραγγειλω τριτο. Μπορει κ όχι. Το μπωλ με τα τσιπς εχει τελειωσει. Πεινουσα κ το καταβροχθησα αμεσως. Περιμενω τον μπαρμαν να μου το ανανεωσει. Ειχα κατεβει στην πολη για μια δουλεια κ δεν ειχα φαει. Πεινασα.
Η σερβιτορα είναι μια φιλη μου. Η Αμαρυλις. Ωραια γυναικα. Φοιτητρια. Ελληνογερμανιδα.
Θα γραψω κατι για αυτην.
Την γνωρισα πριν λιγο καιρο. Ειμασταν μαζι με ένα φιλο. Την ειχαμε δει την προηγουμενη μερα στην καφετερια που δουλευει (εδώ που ειμαι τωρα)κ μια άλλη μερα την συναντησαμε σε ένα φαστφουταδικο. Γνωριστηκαμε. Οι γυναικες είναι ωραιες. Ολες. Κ με διεγειρουν. Θελεις να κατακτησεις, μα παντα η λεξη κατακτηση είναι βατερλω. Μπουμεραγκ.Δεν ηθελες να κατακτησεις.Νομιζες ότι ηθελες να κατακτησεις αλλα κατά βαθος κατι άλλο ψαχνεις. Παντα ανικανοποιητος.
Κατσαν διπλα μου δυο νεαροι κ πινουν τα ουσκια τους που παραγγειλαν. Γιατι αραγες ο ανθρωπος σπαταλα την ζωη του για μικροπραγματα;
Παραγγειλα τριτη μπυρα. Μου εφερε κ τσιπς. Η οθονη της καφετεριας δειχνει μπαλα. 10 κ 15 το βραδυ της Τεταρτης. Βλεπω ότι η θλιψη με το γραψιμο μου περασε. Γκολ φωναζουν οι ανδρες. Οι γυναικες εκει γυρω συνεχιζουν να κουτσομπολευουν.
Μου αρεσει όταν γραφω με κοσμο, με φασαρια. Ειχα το λαπτοπ μου μαζι μου κ το εβγαλα κ γραφω. Κ το ηχειο στο κεφαλι μου ταπ-τουπ, ταπ-τουπ. Κ γω να γραφω. Μου αρεσει.
Η γυναικα εξω συνεχιζει ασταματητα το πλα-πλα. Ο συντροφος της συνεχιζει να ακουει. Την ακουει αραγες; Δεν ξερω τι λεει η γυναικα τοση ωρα. Καμια φορα χαμογελά. Πιθανον κανει καμακι στον απεναντι. Οι γυναικες παντα μπορουν να κανουν ταυτοχρονα πολλα παραγματα μαζι. Ετσι είναι φτιαγμενες. Πολυεργαλεια. Ελβετικοι σουγιαδες.
Θα ηθελα η σερβιτορα να κοιταζει κ λιγο προς τα μενα. Ομως πιθανον εχει πολύ δουλεια κ δεν βρισκει ευκαιρια να με κοιταξει. Θα ηθελα όμως να με κοιταζει. Μου αρεσει. Μου αρεσει να με κοιταζει η Αμαρυλις.
Ο μπαρμαν αλλαξε μουσικη. Εβγαλε τον δισκο που λει ταπ-τουπ κ εβαλε ένα άλλο που λεει τουπ-ταπ. Εγω συνεχιζω να γραφω.
Σηκωσα το κεφαλι μου κ απεναντι μου δυο ξανθες γυναικες με ένα αντρα. Η μια κοιταζει προς εμε. Εφυγε ο αντρας κ κοιταξε κ η άλλη προς τα μενα. Κουκλαρες κ οι δυο.
Πολλες φορες εχω ασχοληθει με τις γυναικες. Καθε μου ιστορια είναι γυναικα. Καθε γραμμη είναι γυναικα. Κάθε λεξη γυναικα. Ολα τα γραμματα είναι γυναικες.
Σταματησα να γραφω , εβγαλα τα γυαλια μου κ κοιταξα τις δυο ξανθες γυναικες. Νεαρουλες. Μου χαμογελουν, τους χαμογελω. Το χαμογελω είναι μια αρχη μιας ιστοριας. Υπαρχει κ ενα τελος.
Θα ηθελα η σερβιτορα να κοιταζει προς τα μενα. Θα ηθελα η Αμαρυλις να κοιταζει προς τα μενα. Μονο σε μενα. Δεν κοιταζει όμως. Συνεχιζω το γραψιμο μου.
Η γυναικα εξω συνεχιζει να μιλα. Ο αντρας δειχνει σημαδια κουρασης. Είναι ένα ζευγαρι ο αντρας γυρω στα 50 κ η γυναικα σαρανταρα. Οταν μιλουν τα ζευγαρια σημαινει ότι ο ερωτας εχει τελειωσει. Τα πιο ομορφα πραγματα είναι σιωπη. Η σιωπη είναι ένα φλερτ. Το πιο ομορφο. Ειναι σαν να βλεπεις την δυση του ηλιου στην Σαντορινη κ να βαζεις Σφακιανακη. Σιωπη! Ο δασκαλος κτυπησε τη βεργα στην εδρα κ ειπε σιωπη. Εισαι σε εχθρικο εδαφος κ πρεπει να περασεις τις εχθρικες γραμμες κ προσπαθεις να κανεις απολυτη σιωπη. Ενας σου θορυβος κ πεθανες. Εισαι τελειωμενος. Απολυτη ησυχια. Περνάς τις γραμμες κ μπαινεις σε φιλια εδαφη. Τοτε φωναζεις με ολη σου τη δυναμη: «Ελευθερος». Η Ελευθερια περνα από το ναρκοπεδιο της σιωπης.
Ηλθε διπλα μου η σερβιτορα, η Αμαρυλις, για να μαζεψει τα ποτηρια κ δεν με κοιταξε. Θα ηθελανα με κοιταξει. Πηγε στο μπαρ κ την ακουμπησε χαιδευτικα στη μυτη το αφεντικο της. Δεν εχουν τιποτε μεταξυ τους αλλα ηθελα να το κανω εγω αυτό.
Η Αμαρυλις είναι μαζι με το αφεντικο κ με κοιταζει.
Κοιταζω εξω. Σωστα καταλαβατε. Η γυναικα συνεχιζει να μιλα κ ο αντρας να την κοιτα κ να τραβα τα μαλλια του. Είναι σχεδον φαλακρος.
Η Αμαρυλις πηρε μια παραγγελια κ γυρισε κ με κοιταξε με χαμογελο. Αμεσως ενιωσα να ζωντανευει το σωβρακο μου.
Οι δυο ξανθουλες στο μπαρ,τωρα είναι μονες τους κ μου ριχνουν κλεφτες ματιες. Μια ματια στο κινητο τους κ μια σε μενα. Μοναξια. Οι ανθρωποι ειμαστε πολύ μονοι. Θα μπορουσες αν ειχες μια γυναικα διπλα σου να νικησεις ολο τον κοσμο; Θα μπορουσες.
Να κοιταζεις όλα τα πραγματα με ολη την καρδια σου! Ολα τα πραγματα. Ακομα κ μια πετρα, κοιταξε την με ολο σου το είναι κ αυτή θα σταθει ορθια κ θα σε χαιρετησει: Μεγαλειοτατε!
Πηγαινοντας για τουαλετα φατσαριστηκα με την Αμαρυλις κ της ζητησα το email της. Χαρουμενη μου ειπε οτι θα μου το δωσει. Χαρηκα. Μου αρεσει όταν οι ανθρωποι με αποδεχονται. Νιωθω ομορφα. Ειδικα όταν γραφω για αυτές. Αυτή η ιστορια αρχισε για μενα. Για την Αμαρυλις. Ολη η ιστορια είναι για αυτην. Ολη. Το κάθε γραμμα, το κομμα. Για αυτην. Για μενα, στην Αμαρυλις. Στην Αμαρυλις,
Οι γυναικες είναι το εφαλτηριο μου στο απειρο. Στην Αμαρυλις
απο Κριστοφ. Στην Αμαρυλις
χωρις κανενα κομμα στο τελος του ονοματος της, ουτε τελεία. Στην Αμαρυλις
Ο μπαρμαν εβαλε ωραια μουσικη, η εγω νιωθω ομορφα. Στην Αμαρυλις
Το ζευγαρακι εξω φωναζει για να πληρωσει. Η γυναικα διπλα του συνεχιζει να μιλαει. Η Αμαρυλις παει να πληρωθει. Την βλεπω πενταπλή αναμεσα από τα τζαμια της τζαμαριας φυσερον. Ηρθε λιγο πιο δεξια κ την ξανακοιταξα φατσα φατσα. Εσυ κ γω. Φατσα φατσα, χωρις τιποτε αναμεσα μας. Φατσα φατσα. Στην Αμαρυλις
Τελειωσα το γραψιμο μου κ στον παγκο μπροστα μου, ηταν ένα λευκο χαρτακι με το email της. Στην Αμαρυλις. Με ενα λαμδα, επειδη ετσι γουσταρω, φιλια