O Απαίσιος Θόρυβος και οι φωτιές των όπλων…
έχουν τρομάξει τα πουλιά
που πετούν νευρικά, ακολουθώντας
το μονοπάτι της ειμαρμένης
με τις επιλογές λαβωμένες
και διάσπαρτες
δεξιά και αριστερά…
βουβές…
γεμάτες αμφισβήτηση...
" και ενώ όποιος θέλει, οι μοίρες τον οδηγούν
ενώ εκείνον που δεν θέλει τον σέρνουν "
Έτσι … περισσεύει η κάθε συζήτηση
με επιλογές που δάκρυα μόνο φέρνουν…
Τα χρόνια τα παλέψανε
στα δύσκολα αντέξανε
με τους καιρούς κιοτέψανε
και κάπως τα βολέψανε
μα τώρα με το δάκρυ
άντε να βγάλεις άκρη…
Ο άνθρωπος ασθένησε,
το βλέμμα εξασθένησε,
μα τίποτα δεν ξένισε
για όσα βλέπει πια θαμπά
μόνο ο ιδρώτας ενοχλεί
που στάζει στην ψυχή του
και είναι τόσο αλμυρός
μα και πικρός συνάμα
μ’ όλη την σημασία
γιατί η πηγή εκεί ψηλά
λέγεται αναισθησία…
Κι’ όταν ακούω να μιλάς
κάποια φορά δε, να γελάς
σε τόπους που τα δάκρυα
φυτέψαν μανιτάρια
στης γης τ’ απομεινάρια
στη γη πούνε δική σου
το θέλω να ‘ρθω να σου πω
ολόγεμα … Ντροπή σου…
Τώρα το <Πια> ξεθώριασε
μαύρισε το καντήλι
και το γνωρίζει Πια καλά
ο άνθρωπος ετούτος
Πως…
Πια χωρίς αισθήσεις
δεν το μπορείς ν’ ανθίσεις…
Μόνο κατολισθήσεις συμβαίνουν
και μας μένουν διάφορες παθήσεις…
κι όσο κι αν προσπαθήσεις
θα πέσεις, θα γλιστρήσεις…
θα Χάσεις… θα Μισήσεις…
μα πριν τ' Αποφασίσεις
να μπεις στο περιβόλι της καρδιάς
για ν’ άκουγες εκεί τον ύμνο της Χαράς.
Κι αν μπορούσες ν’ αγαπάς
και φίλους και εχθρούς
θα άκουγες τότε με μιας
τους Θείους τους ψαλμούς…
Γι αυτό.. κράτα τα άρματα
και σβήσε τη φωτιά τους
ούτε μικρού βεληνεκούς
ούτε μεγάλου τέτοιους
ο θάνατος ‘πο μόνος του
σε λίγο θα’ ρθει να σε βρει
είσαι στη λίστα του ψηλά
κι ο χρόνος λιγοστεύει…
Κρίμα που άναβες κερί…
Κρίμα που κοινωνούσες…
Κρίμα που έκανες σταυρό…
και με τα ίδια χέρια
σκότωσες – ξανασταύρωσες
Τον Ίδιο Το Θεό σου….
Κι ακόμα το πιο φοβερό…
έσπασες την καμπάνα σου
να μη χτυπήσει Ανάσταση
γιατί Καταδικάστηκες
μέσα σε ένα βράδυ
να ζήσεις με το Θάνατο
για πάντα στο Σκοτάδι
στα βάραθρα του Άδη….
Κι είσ’ άξιος της μοίρας σου
για τον Παντοτινό / Αιώνιο
και Σκοτεινό Χαμό σου….
Νίκος Στυλιανού