Μικρές σκέψεις για τα χείλια
Λείος μελαμψός λαιμός που πάνω του κυκλοφορούσε ξεδιάντροπα η πρωινή ανατριχίλα, κατάμαυρο πυκνό μαλλί, λίγο σμιχτά τα φρύδια έτσι για να δείχνει πιο άντρας στα είκοσί του.
Βλεφαρίδες που θα τις ζήλευαν οι γυναίκες και ένα μουστάκι που προσπαθούσε απεγνωσμένα να φυτρώσει, εκνευρίζοντας τα κατακόκκινα χείλια που ήθελαν να επιδείξουν τη γλύκα που υπόσχονταν, μα το μουστάκι απαιτούσε να είναι σεμνά και τα έκρυβε. Δεν το κατάφερνε.
Τον αντρίκιο θυμό του μουστακιού ηρεμούσε η γλώσσα περνώντας γλυκά και με κατανόηση πάνω του, έχοντας αναλάβει το ρόλο του μεσολαβητή στο καυγά με τα χείλια, αφήνοντας πίσω της πολύ μικρές σταγόνες που λαμπύριζαν και στην πιο μικρή ακτίνα φωτός.
Πάνω στα χείλια ήταν ανεπαίσθητα εμφανή τα σημάδια από τις χτεσινές επιθετικές δαγκωματιές, κάνοντάς τα ακόμα πιο κόκκινα και το μισάνοιχτο στόμα αποκάλυπτε τον ηδονικό πόνο που ένοιωσαν από την ερωτική επίθεση, αλλά και τη γλυκιά παράδοσή τους σ’ αυτήν.
Πέρναγε τη γλώσσα του πάνω στα χείλια, μαζεύοντας το λίγο σάλιο της αναπόλησης, κάνοντάς τα να γυαλίζουν, να κρύβουν το ελαφρό τους πρήξιμο, αλλά και την άρνησή τους να ενωθούν για να δείξουν τη σοβαρότητα που έπρεπε. Δεν ήθελαν να είναι κλειστά, συνέχισαν να πιστεύουν πως ακόμα ήταν χτες.