Ας πούμε μια πικρή αλήθεια .
Δεν μας αγάπησε κανείς.
Τά σ’ αγαπώ τους μια συνήθεια .
Πλοία της άγονης γραμμής .
στον Ιστοχώρο του Λογοτεχνικού Club,που δημιουργήθηκε από ανθρώπους που αγαπούν την λογοτεχνία και επιθυμούν να προβάλλουν αυτό το κομμάτι του πολιτισμού μας σε όλον τον κόσμο.
0.0 |
Ή |
ταν εκείνη η κυρία στην τηλεόραση που μίλαγε για προσευχές και τέτοια. Έλεγε με πάθος ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να κάνουν την προσευχή και το σταυρό τους, τουλάχιστον πριν κοιμηθούν. Αν το κάναν αυτό θα έσωζαν σίγουρα την ψυχή τους αλλά και ο κόσμος θα γινόταν καλύτερος. Τα σάλια της πέφταν προς την οθόνη της τηλεόρασης και το λίπος στο λαιμό της ζάρωνε καθώς καλούσε τους πιστούς να προσευχηθούν. Κάπου ένας μέσα στο μπαρ έκανε το σταυρό του και κάτι ψιθύρισε, Θεέ μου άλλη μια χαμένη προσευχή… Ευτυχώς ο γέρο μπάρμαν άλλαξε κανάλι για να δει κάτι αθλητικά. Το κεφάλι μου είχε αρχίσει πάλι να πονάει. Αλλά δεν ήξερα αν ήταν από την τεκίλα ή την χοντρή κυρία. Αποφάσισα να πληρώσω και να φύγω για το σπίτι. Είχε νυχτώσει έξω και ένα ψιλόβροχο άρχισε να πέφτει. Μου άρεσε πολύ η αίσθηση της σταγόνας που πέφτει στο πρόσωπο πριν κυλήσει στην γη. Με γλύκαινε και με ηρεμούσε. Αν υπήρχε Θεός τότε σίγουρα ήταν μέσα σ'αυτή την σταγόνα βροχής. Χαμογέλασα και άναψα τσιγάρο. Ο δρόμος από το μπαρ του Ντέννις προς το σπίτι ήταν δύο τσιγάρα απόσταση. Τα τελευταία χρόνια αυτή ήταν η συντροφιά μου. Δύσκολη και βασανιστική συντροφιά αλλά με κρατούσαν από την τρέλα. Κάποτε ο καπνός τους έφερνε σκέψεις, τώρα απλά κάνει την δουλειά του. Τις διώχνει.