Sub Menu

Eίσοδος Μελών

Who's Online

Έχουμε 169 επισκέπτες συνδεδεμένους

Καλώς ήρθατε

στον Ιστοχώρο του Λογοτεχνικού Club,που δημιουργήθηκε από ανθρώπους που αγαπούν την λογοτεχνία και επιθυμούν να προβάλλουν αυτό το κομμάτι του πολιτισμού μας σε όλον τον κόσμο.

Εκτύπωση PDF
RSS
Logo Gate * Διήγημα Η ΚΑΛΥΨΩ ΣΤΟ ΜΠΡΟΥΚΛΥΝ ( Β' Μέρος )
 

Η ΚΑΛΥΨΩ ΣΤΟ ΜΠΡΟΥΚΛΥΝ ( Β' Μέρος ) Hot

Η αδρεναλίνη ανεβαίνει κάνοντας την καρδιά μου να σφυροκοπάει επικίνδυνα καθώς αντικρίζω τη θεά πιο όμορφη από ποτέ!  Μια ανατριχίλα με διαπερνά καθώς ακούω τη φωνή της βραχνή και βαριά…

θα μείνεις για πάντα κοντά μου!

Είμαι περικυκλωμένος από τα πλάσματα εκείνα που πάντα ονειρευόμουν και που με κοιτάζουν τώρα προκλητικά για να με δέσουν με αιώνια δεσμά. Ένα διάφανο γαλάζιο, ξεπηδά μπροστά μου, μια ζαφειρένια θάλασσα καθώς με βγάζουν από το απειλητικό σκοτάδι εκείνων των ατελείωτων λαβύρινθων. Είμαι περικυκλωμένος, από αμέτρητα περίεργα πλάσματα. Σειρήνες και Νύμφες γλιστρούν ανάμεσα μου και νιώθω να πνίγομαι… Ξαφνικά νιώθω κάτι γλοιώδες πάνω μου, ένα θαλάσσιο τέρας με χτυπάει σηκώνοντας τεράστια κύματα. Και μια τρίαινα σκίζει τον αέρα και καρφώνεται στο αριστερό μου χέρι…

- Αχ! και τότε….

- Επιτέλους άνοιξες τα μάτια σου… Ανησύχησα όταν σε είδα να πέφτεις στα σκαλάκια. Είσαι λιώμα μάλλον…, η ξανθιά γκόμενα ήταν από πάνω μου και με κρατούσε από τους ώμους. Ένιωσα να με πονάει το αριστερό μου χέρι λίγο πιο ψηλά από τον αγκώνα. Πρέπει να το είχα χτυπήσει στην πτώση μου. Θεέ μου τι περίεργο όνειρο ήταν αυτό.

- Χτύπησες ε?’, με ρώτησε κοιτάζοντας το χέρι μου.

- Θα περάσει, απάντησα και σηκώθηκα με αρκετή προσπάθεια θα έλεγα.

- Μένω στον τέταρτο. Αν θες έλα για έναν καφέ μπας και νιώσεις καλύτερα. Τι λες?’’, μου πρότεινε η κοπέλα.

Μπορείς να πείς όχι σε μια δίμετρη ξανθιά Βαλκυρία που σε σώζει –για δεύτερη φορά; - από το ρεζιλίκι της αναγνώρισης στοιχείων στο γειτονικό μπατσάδικο; Δεν μπορείς βέβαια. Η μανταλωμένη πόρτα άνοιξε με τη μία και η γυναικάρα με τα μαύρα –πάντα προσέχω τι φορούν οι σωτήρες μου, ειδικά αν έχουν έφεση στο ντεκαπάζ – προχώρησε με αργά βήματα. Το αριστερό μου χέρι με πέθαινε αλλά κατά τα άλλα δεν τα πήγαινα κι άσχημα. Είχα δει τον πιο σουρεάλ κινηματογραφικό εφιάλτη από εποχής Μπεν Χουρ με μπόλικη δόση Λάβκραφτ και Ομήρου αλλά τώρα τα πράγματα ήταν σαφώς πιο… γήινα. Και μάλλον φυσιολογικά. Δεν υπήρχε κανένας μυστικός διάδρομος –θα στεναχωριόταν ο βασιλιάς Κινγκ αλλά τι να του κάνω; - και το αχούρι του γερο-Ρίσμαν ήταν όπως ακριβώς δοξάστηκε στη πάροδο των αιώνων… άθλιο, υγρό και ετοιμόρροπο.

- Πως τα πάς με τις σκάλες;, γύρισε και με ρώτησε η κοπελιά του Στρατού Σωτηρίας και της κούνησα το κεφάλι μου.

- Έλα, κουράγιο!, είπε γλυκά και προηγήθηκε. Θεέ των στοιχειωμένων μπαρ και των ρεμαλιών της ανθρωπότητας, τι ημισφαίρια ήταν αυτά; Καθώς θα έλεγε και ο φίλος μου ο Αντόνιο, ο Πυθαγόρειος, εδώ είχαμε το ‘τελειον κατά Εμπεδοκλέαν σφαίρον κοίλον’. Ρε πούστη μου και πως τα κούναγε πάνω κάτω… φρεγάδα σωστή! Ζαλίστηκα! Μέχρι το πρώτο αντέχεις Ρόμπι ψωράλογο, αγάντα! είπα φωναχτά και άκουσα τη ξανθιά θύελλα μπροστά να γελάει.

- Ρόμπερτ σε λένε ε; Εμένα Ιμκε!

Ιμκε, τι ήταν αυτό; Από τους Βίκινγκς ξέμεινε;

Με τα χίλια ζόρια και τα μύρια βάσανα φτάσαμε στο διαμέρισμα –δηλαδή εγώ είχα μετρήσει την απόσταση όλης της κουπαστής μερικές φορές- και η καλή μου νεράιδα είχε ήδη ανοίξει την πόρτα του παραδείσου για μένα. Μονάχα που, αυτή τη φορά δίστασα να μπω. Το ποδαράκι μου, μισό μέσα μισό έξω από τα χωρικά της ύδατα, δεν έλεγε να πάρει την απόφαση.

Βρε μπας και σε λένε Καλυψώ, σκέφτηκα λαχανιασμένα και χαχάνισα σα λιμενεργάτης.

- Έλα, έλα μέσα λοιπόν!, την άκουσα να με προστάζει από το βάθος, μάζεψα το κουλό μου χέρι, το χιλιοβρεγμένο και στεγνωμένο σακάκι μου και μπούκαρα στα βαθιά. Κι ό,τι είναι να γίνει ας γίνει είπα. Ντάξει, ένα καλό διαμέρισμα, χίλιες φορές καλύτερο από το δικό μου αλλά, έτσι ή αλλιώς, όλα ήταν καλύτερα από το δικό μου. Στο πρώτο καναπέ που βρήκα μέσα δεξιά, στρώθηκα φαρδύς, πλατύς. Και ο ώμος μου φρόντισε αμέσως να μου στείλει πέντε μεραρχίες πόνου ικανές να διαλύσουν και το Σβαρτζενέγκερ! Να με πάρει ο γέρο διάολος!, έσκουξα την ώρα που έμπαινε κιόλας με το δίσκο της, τα καφεδάκια της και το… αέρινο, μακρύ, μεταξωτό ης! Ε, ρε γλέντια! «Θα δεις, θα συνέλθεις… είναι συνταγή από την πατρίδα μου… πιες και πες μου», είπε και κάθισε με τις απλωμένες της ποδάρες απέναντί μου, αλύπητη, αδίστακτη, ανελέητη.

Μια ξανθιά θάλασσα κυμάτιζε από πίσω της, πότε δώθε, πότε κείθε και δυο καταπράσινα, ωκεάνια μάτια με είχαν αρπάξει από το λαιμό και δεν έλεγαν να με αφήσουν. Υπήρχε και χαμόγελο στο σκηνικό. Υπήρχε και λευκό δέρμα και χάρη και ευγένεια. Γενικά όσα πάσχιζα να περιγράφω στα χαρτιά που μουτζούρωνα από παιδί, όλα υπήρχαν! Κι όλα αυτά, εδώ, εμπρός μου, σερβιρισμένα στο πιάτο… περίπου δηλαδή… Έλπισα να μην ξετρυπώσει καμιά Καλυψώ από κανένα κρυφό δωμάτιο και δω τον Βούδα ιστιοπλόο…

Της έριξα μια ματιά, χαμογέλασα πλαστικά και δοκίμασα τον καφέ. Τέλειος. Μα, τι γεύση είχε… προσπαθούσα, εγώ, ο κονεσέρ όλων των ξυδιών της πιάτσας, να αποκωδικοποιήσω τα μυστικά συστατικά αλλά…

- Καλός ε;

- Πρώτος…, έψαξα για Λάκι Στράικ στο σακάκι αλλά δεν είχε μείνει τίποτα. Χριστέ μου, μερικές φορές για τη νικοτίνη θα σκότωνα.

- Δεν θα΄θελα να καπνίσεις εδώ!…, με διέταξε η φράου Ιμκε και κατάλαβα ότι ήταν από αυτές που προτιμούν να σε δουν ανάποδα κρεμασμένο παρά να αναπνεύσουν έστω και μια τζούρα δανεικό καπνό. Άρχισα να ζαλίζομαι…

Η Ιμκε απέναντί μου πήγαινε μια δεξιά και μια αριστερά.

Και μαζί, άρχισα να χάνω σάλια από το στόμα.

Και τα είδωλα να θολώνουν.

Και τα λευκά της πόδια να έχουν πλησιάσει στη μούρη μου.

Και ένα χέρι τανάλια να σφίγγει το λαιμό μου.

Και ένα άρωμα –η οσμή του θανάτου; - να με φλομώνει.

Και… σκοτάδι…


Η πρώτη εικόνα ήταν μια τεράστια κηλίδα υγρασίας πάνω δεξιά.

Από το στομάχι της κηλίδας έφευγε ξεδιάντροπη μια ρωγμή και πήγαινε και έχωνε τη μούρη της κάτω αριστερά στο κλιματιστικό. Την γιαγιά όλων των κλιματιστικών μάλλον. Μέσα στην περίεργη ζαλούρα μου μου ήρθε να βάλω τα γέλια. Η γιαγιά Τζένεραλ και τα εγγονάκια της Ινβέρτερ…

Χρρρ… χρρρ… Πήγα να πνιγώ… στο κόρακα! Τι παλούκι είχαν χώσει στο στόμα μου…

Η επόμενη εικόνα ήταν από το break για διαφημίσεις… μια υπέροχη νοσοκόμα, καστανομάλλα, όχι ακριβώς σαν τη μυθική Γκίλντα αλλά σαν την μπίρα που έπινε ο Γκέρινγκ, με μια κατάλευκη κομψή στολή, αυτή τη περίεργη ‘τυρόπιτα’ στα μαλλιά της που είχε και μια ρίγα μπλε και ένα χαμόγελο πάνω από το σωλήνα μου που μεταφραζόταν στα αφωνομπεκρουλίστικα «τη σκαπουλάρατε και πάλι κε συγγραφέα των άρρωστων χαρακτήρων», καθώς έλεγε και κείνη η Βρετανίδα καρακάξα των Τάιμς της Ν.Υ. πριν κάμποσα χρονάκια… «ο πρωτοεμφανιζόμενος κος Ρόμπερτ Νας μπορεί σε μερικές δεκαετίες να είναι ένας αξιόλογος Αμερικανός συγγραφέας, προς το παρόν είναι απλά ο… απογραφέας όλων των άρρωστων, αλκοολικών και αθλίων του Μπρούκλυν…»

Κάργια!, σκέφτηκα, πήγα πάλι να γελάσω αλλά… χρρρρ… χρρρρ….

Το μαραφέτι…

Επόμενη εικόνα –πλάκα είχε, σαν το παλιό εκείνο μηχάνημα με τα σλάιτς, κλατς, κλατς…- ένας τύπος με μαλλί πατημένο στη κουρούπα του λες και οι γονείς του είχαν κάνει παραγγελία κεφάλι και μαλλί μαζί, κάτι λέει στην όμορφη νοσοκόμα.

Εκείνη χαμογελάει και με κοιτάει.

Εκείνος δεν χαμογελάει αλλά με κοιτάει.

Χρρρ… χρρρ….

Τώρα το συενειδητοποίησα… δεν έχω ήχο παιδιά…

Βουβός κινηματογράφος… Μπάστερ Κήτον εναντίον Σαρλό… Χοντρός – Λιγνός… χείλια κινούνται, χείλια που δεν βγάζουν ήχους…

Αρχίζω να πανικοβάλλομαι.

Είμαι κουφός σαν το Μπετόβεν στα γεράματα…

Εκείνη βγάζει μπλοκάκι, στυλό, γράφει.

Εκείνος μου στέλνει μια ακτίνα λέιζερ με το βλέμμα του που κουβαλάει και ένα εμετικό σχόλιο του τύπου ‘τι σκατά μαζεύουμε όλους αυτούς τους γλίτσηδες, τους κλοσάρ στα ωραία μας νοσοκομεία…’

Η καστανομάλλα βρίσκει το χεράκι μου, ετοιμάζει μια ένεση… όχι πάλι, ποιος άλλος εισβολέας θα χαρεί το εσωτερικό μου…

Κλοσάρ… αυτό με πήγε στη θρυλική ταινία του Μπελμοντό Les Professional… Σκατά, όλα σαλάτα μέσα μου… θολούρες…

Χρρρ…. Χρρρ…

Κουφός…

Θολούρες… θολ…

Πάλι break

Ανοίγω πάλι τα μάτια μου… η κηλίδα μεγαλοπρεπής στη θέση της, η ρωγμή διατρέχει το ταβάνι και πάει στο Τζένεραλ που εγκαινίασε την σειρά παραγωγής πριν αποφασίσουν οι Ιάπωνες να βομβαρδίσουν το λιμάνι της Χαβάης και να τα κάνουν όλα ρημαδιό… και έχει κι ένα γελοίο θόρυβο…

Θόρυβο!

Ο άγιος ήχος των υπέργηρων κλιματιστικών ήρθε σαν σονάτα του Μάλερ στ’αυτάκια μου…

Ακούω λοιπόν, δόξα το Γιαραμπή το Μεγάλο… ακούω το πιο ενοχλητικό ήχο της ζωής μου αλλά είμαι ευγνώμων γιάυτό!

Και το παλούκι…

Δεν υπάρχει πια… μπορώ να μιλήσω, ο λαιμός μου ελεύθερος ρουφάει άπληστα τον ζωογόνο αέρα της Νέας Υόρκης…

Τα τσιγάρα μου, που είναι τα τσιγαράκια μου;

Κάνω δεξιά στο κομοδίνο αλλά… το αριστερό μου χέρι δεν με ακολουθεί.

Είναι δεμένο!

Κάνω αριστερά, το ίδιο με το άλλο χέρι.

Με έχουν δέσει στο κρεβάτι!

Μανούλα, βοήθεια, έχουν το γιο σου στο τρελάδικο, δεμένο!

Βοήθεια!

Τα πόδια μου, ελεύθερα…. Ευτυχώς… πάνω κάτω… ελεύθερα…

Όλος ο υπόλοιπος…

Βάζω τις φωνές και μόλις ανεβάζω την ένταση του ήχου, ο αρχηγός όλων των πονοκεφάλων της Αμερικανικής Ηπείρου μου δίνει μια και με ξεραίνει.

Βρίσκω τη δύναμη και συνεχίζω.

Τινάζω το σώμα, σέρνω κραυγές, πληγώνω τα χεράκια μου…

Τομάρια, λύστε με, καρ…δες, λύστε με!

Νέα εικόνα.

Η πόρτα ανοίγει, κόσμος με λευκά που παλεύει να με συνεφέρει, ένας μαύρος ψηλός σα βουνό μου σκάει μια στο πρόσωπο και μου ανοίγει τη μύτη.

Και τότε, την είδα!

Η Καλυψώ… ναι, η ξανθιά πουτάνα… μέσα στο δωμάτιο, με στολή κι αυτή και ύφος… που είναι ο θρόνος σου πουτάνα, που είναι τα νερά και η σπηλιά σου…

Αρχίζω να τα λέω φωναχτά πλέον.

- Πάλι είχε παραισθήσεις…, λέει σε κάποιον ψαρομάλλη χοντρό δίπλα της.

-Τι περιμένεις Ιμκε; χώστον μέσα! Λέει αυτός και μόνο που δεν με φτύνει στη μούρη…

- Εντάξει, Μαρκ, θα πας να ετοιμάσεις τα… σχετικά;

- Τρέχω αμέσως, λέει το καλόπαιδο ο Μαρκ και ο νέγρος με έχει αρπάξει σαν τανάλια και με σφίγγει και η ανάσα του είναι βαριά και ακανόνιστη…

Λίγο πριν λιποθυμήσω από την επόμενη ένεση, το είδα.

Και πρόλαβε να παγώσει το αίμα μου.

Μια αφίσα στο τοίχο.

Παλιά, συνομήλικη με όλα εδώ μέσα.

«Από την 1η Απριλίου του 1939, είναι πλέον γεγονός, επιτέλους, η παράσταση που γοήτευσε όλους τους Αμερικανούς, το μιούζικαλ που θα αφήσει εποχή, Η ΚΑΛΥΨΩ ΣΤΟ ΜΠΡΟΥΚΛΥΝ!…»

Η τύπισα στην αφίσα… το μπαλέτο… οι κίονες….τα νερά…

Άρχισα να ουρλιάζω…

Ο ιδρώτας τρέχει λες και βγαίνει από βρύση στο μέτωπό μου

Η θολούρα, οι πόνοι στα χέρια, στα μάτια…

Κάποιος μου κλείνει το στόμα.

Κάποιος μου χαμογελάει σαρκαστικά…

Η ξανθιά θεά αγόρασε τη ψυχή μου και τη διαφεντεύει…

Η Καλυψώ ήρθε να με πάρει…

Ιούλιος 2009

ΤΟ ΕΓΡΑΨΑΝ ΤΑ ΜΕΛΗ : ΑΝΤΩΝΗΣ  ΜΥΚΟΝΙΑΤΗΣ  -  ΗΛΙΑΣ  ΔΕΣΥΛΛΑΣ - ΚΑΤΕΡΙΝΑ

Κριτικές Χρηστών

Average user rating from: 4 user(s)

 

Αξιολόγηση:
 
4.5
 
 


Μπαίνω όχι για την βαθμολογία αλλά για να πω δύο λόγια.

Μετά την ολοκλήρωση αυτής της συλλογικής δουλειάς νιώθω ΕΥΤΥΧΙΑ!

Μου αρέσει να εκφράζομαι μέσα από το συλλογικό, ουδέποτε επεδίωξα ατομική καταξίωση, μετάλλια ή βραβεία αποφεύγοντας τον άκρατο ανταγωνισμό,τον τόσο καταστροφικό για την ψυχή μου.

Η κριτική που δέχθηκε αυτή η δουλειά δεν θα σκιάσει την ευτυχία μου .

Κοιτάξτε,εσείς που μιλήσατε με τόσο θυμό μέσα σας και μετά δίπλα σας όλους εμάς,
θα δείτε μόνο μια ΚΑΡΔΙΑ ΝΑ ΧΤΥΠΑΕΙ ΤΗ ΔΙΚΙΑ ΣΑΣ !
Reviewed by kate
July 04, 2009
View all my reviews
Report this review
 
 

Όλα ΟΚ.
Τελικά μεμονωμένα έργα κάποιου που μπορούμε να βρούμε;
Πάντως ήταν λάθος να επιτρέπεται βαθμολογία χωρίς τεκμηρίωση.
Ο χρήστης rainbow4 πχ που με εμπάθεια με βαθμολόγησε παντού με 3,χωρίς τεκμηρίωση
έκανε την πλάκα του.Το site δεν έπρεπε να μεριμνήσει γύρω από αυτό;
Αφού εξέφρασα τα παράπονά μου εύχομαι καλή συνέχεια.
Reviewed by filippakis
July 04, 2009
View all my reviews
Report this review
 
 

Καλή προσπάθεια παιδιά!
Reviewed by filippakis
July 04, 2009
View all my reviews
Report this review
 
 

Το logoclub, και το λέω έτσι γιατί μεταφέρω την σύμφωνη γνώμη όλης της ομάδας, περίμενε να ολοκληρωθεί το έργο/Διήγημα των μελών στο Forum και μετά στο ΤΕΛΟΣ, τηρώντας την δεοντολογία, ότι για να αξιολογηθεί οποιοδήποτε έργο, πρέπει απλά πρώτα να ολοκληρωθεί,
αξιολογώντας 1ον. Την προσπάθεια 2ον. Την γραφή και την σκέψη όλων των συντελεστών και 3ον. Αυτό καθ’ αυτό το έργο,
έχουμε να πούμε : Α. Ένα μεγάλο Μπράβο. Β. Ευχαριστούμε για την δυναμική που δίνετε στο Κλαμπ { και αυτό το δείχνει η καθημερινά Ανοδική πορεία – και πάνω από κάθε δικιά μας πρόβλεψη - επισκεψιμότητα/αναγνωσιμότητα του χώρου και πάνω απ’ όλα τα μηνύματα που λαμβάνουμε συνέχεια από απλούς φίλους/αναγνώστες } και Γ. Ο βαθμός (τελευταίος στόχος για εμάς), γιατί ΟΠΟΙΟ έργο ας έχει στην logo gate βαθμολογηθεί καλόβουλα ή κακόβουλα με 1 ή με 5, υπάρχει το επόμενο στάδιο – logo page – όπου οι editors ( επιτροπή ) τα αγνοεί όλα και βαθμολογεί/αξιολογεί ανάλογα με την πραγματική αξία του κάθε έργου και την συνολική Λογοτεχνική προσωπικότητα του κάθε Συγγραφέα. Και τέλος ο πλέον αλάνθαστος και Δίκαιος Κριτής Όλων ΤΟ ΚΟΙΝΌ.
Αυτά από εμάς….. και 5


Reviewed by Nikos Stylianoy
July 03, 2009
View all my reviews
Report this review
 
 
 
Powered by jReviews

Κριτικές : Advanced Search

Κατηγορία:     Keywords: